ιντερλίνγκουα

ιντερλίνγκουα
η
απλουστευμένη μορφή τής λατινικής γλώσσας που προοριζόταν να χρησιμοποιηθεί ως δεύτερη διεθνής γλώσσα.
[ΕΤΥΜΟΛ. Μεταφορά στην ελλ. ξεν. όρου, πρβλ. αγγλ. interlingua < λατ. inter + lingua «γλώσσα»].

Dictionary of Greek. 2013.

Игры ⚽ Нужна курсовая?

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”